Έχω δει live τους Iron Maiden με τον Bruce Dickinson 4-5 φορές. Έχω δει τον Paul Di’ Anno (RIP) στο Κύτταρο, πριν ακόμη τα προβλήματα υγείας του τον γονατίσουν. Δεν έχω καταφέρει, όμως, να πάω ποτέ σε συναυλία του Blaze Bayley. Κι ας έχει επισκεφθεί ουκ ολίγες φορές την χώρα μας.
Ελπίζω αυτό να αλλάξει το Σάββατο 8 Νοεμβρίου όταν ο Βlaze θα βρεθεί ξανά στα μέρη μας, για μια συναυλία που «κουβαλά» ειδικό βάρος, heavy metal ιστορία και μια έντονη αίσθηση δικαίωσης.
Blaze Bayley
Ο πρώην frontman των Iron Maiden (από το 1994 μέχρι το 1999) έρχεται ξανά στην Ελλάδα στο πλαίσιο μιας περιορισμένης ευρωπαϊκής περιοδείας για τα 30 χρόνια από την κυκλοφορία του “The X Factor”, του album που ήταν η πρώτη του – και μάλλον πιο αμφιλεγόμενη – συμμετοχή στη δισκογραφία των Maiden. Και ναι, η Αθήνα έχει την τιμή να αποτελεί μία από τις μόλις δέκα στάσεις αυτής της περιοδείας. Η αγάπη άλλωστε του ελληνικού κοινού στο πρόσωπο του Blaze είναι αδιαμφισβήτητη και επιβεβαιώνεται σχεδόν κάθε χρόνο. Χαρακτηριστικό είναι πως η φετινή συναυλία αρχικά ήταν προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί στο Gazarte. Λόγω όμως της υψηλής προπώλησης και ζήτησης μετακινήθηκε σε μεγαλύτερο venue.
Η πιο δύσκολη αποστολή στο heavy metal
Το 1994, όταν ο Bruce Dickinson άφηνε (προσωρινά όπως αποδείχθηκε) τη μπάντα, η θέση του τραγουδιστή στους Iron Maiden έμοιαζε με ηλεκτρική καρέκλα. Ο Blaze Bayley, τότε frontman των Wolfsbane, ανέλαβε μια αποστολή σχεδόν αυτοκτονίας: να αντικαταστήσει έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους και αγαπητούς frontmen του heavy metal. Και το έκανε με αξιοπρέπεια, ειλικρίνεια και χωρίς ποτέ να προσπαθήσει να μιμηθεί τον Dickinson. Κάποιοι θα πουν πως δεν μπορούσε κιόλας να το κάνει, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια. Eπιλέχθηκε για την θέση στους Maiden μέσα από εκατοντάδες auditions. Ένας outsider, με βαθιά, σκληρή φωνή και working class παρουσία, που κλήθηκε να καλύψει τα παπούτσια ενός θρύλου. Και το έκανε με τον δικό του τρόπο.

«Τον σέβομαι απόλυτα γιατί μπήκε σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Η φωνή του ήταν τελείως διαφορετική από τη δική μου και παρόλα αυτά έπρεπε να τραγουδήσει τα παλιότερα κομμάτια των Maiden. Ήταν πολύ καλός τύπος και παραμένει καλός τύπος. Τον σέβομαι απεριόριστα», έχει πει για εκείνον προ δεκαετίας ο ίδιος ο Bruce Dickinson. Και αυτό λέει πολλά.
Απ’ την άλλη, ο ίδιος ο Blaze δεν τρέφει αυταπάτες. Μιλώντας πριν κάποια χρόνια στο βρετανικό Metal Hammer είχε παραδεχτεί με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Ο κόσμος με μισούσε απλά γιατί δεν ήμουν ο Bruce. Δεν ήθελαν να ακούσουν καν τη δουλειά μας. Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που δεν με γουστάρουν μόνο και μόνο γι’ αυτό». Τους περισσότερους, όμως, κατόρθωσε -αργά ή γρήγορα- να τους κερδίσει.

The X Factor – Σκοτεινό, παρεξηγημένο, αλλά δυνατό
Το “The X Factor” δεν ήταν το αγαπημένο άλμπουμ των fans όταν κυκλοφόρησε. Απέχει αισθητά από το ύφος των Maiden της δεκαετίας του ’80. Είναι εσωστρεφές, σκοτεινό, πιο βαρύ ψυχολογικά. Αλλά με το πέρασμα των χρόνων κέρδισε τον σεβασμό τους. Σήμερα, θεωρείται ένας πολύ καλός δίσκος όχι μόνο για τους «ύμνους» όπως το «Sign of the Cross» και «Man of the Edge» που περιέχει αλλά και για τους τόνους αλήθειας που «κρύβονται» στις νότες του.
Ο ίδιος ο Steve Harris, ο ηγέτης των Maiden, έχει εξηγήσει ότι το άλμπουμ βγήκε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για τον ίδιο. Ο Bruce μόλις είχε αποχωρήσει από την μπάντα ενώ ο Harris είχε να αντιμετωπίσει και ένα διαζύγιο σε εξέλιξη. Και παρ’ όλα αυτά – ή ίσως εξαιτίας αυτών – το αποτέλεσμα είναι άκρως ισχυρό και συναισθηματικό. «Μπορείς να πάρεις τον πόνο και να τον μετατρέψεις σε κάτι θετικό μέσω της μουσικής. Αυτό κάναμε με το X Factor» έχει αναφέρει ο «μπασίστας της καρδιάς μας».
Η παραγωγή, η ερμηνεία και το concept του άλμπουμ – από το εξώφυλλο με τον Eddie σε διαδικασία λοβοτομής, μέχρι τα κομμάτια όπως “Fortunes of War” και “The Unbeliever” – είναι καθαρτικά. Και ο Blaze, όσο κι αν δεν είχε τη φωνητική έκταση του προκατόχου του, έβαλε ψυχή. Αυτό, τελικά, μένει.

Ο Blaze ήταν (και είναι) ωραίος τύπος
Πριν καν μπει στο στούντιο, όμως, η μοίρα του έβαλε τρικλοποδιά: ένα σοβαρό μοτοσικλετιστικό ατύχημα τον άφησε εκτός μάχης για σχεδόν έναν χρόνο, με τραυματισμό στο γόνατο. Αν και πολλοί θεώρησαν πως αυτό θα του κόστιζε τη θέση, οι Maiden τον περίμεναν. Η καθυστέρηση του άλμπουμ ήταν αναπόφευκτη, αλλά το “The X Factor” ηχογραφήθηκε τελικά με τον Blaze, και κυκλοφόρησε το 1995.
Η ένταξή του, βέβαια, στους Maiden δεν είχε μόνο δυσκολίες. Είχε και αστείες στιγμές – όπως εκείνη που, κατά τη διάρκεια των πρώτων writing sessions (γιατί έγραψε τραγούδια μαζι με τους Maiden) στο σπίτι του Harris, πάτησε μια θεόρατη -όπως την περιγράφει- κουράδα του Great Dane σκύλου του Steve και τη μετέφερε μέσα στο σπίτι. «Το πρώτο μισάωρο το περάσαμε σκουπίζοντας τα χαλιά», έχει πει γελώντας σε διάφορες συνεντεύξεις.
Αυτή η ανθρώπινη πλευρά του Blaze, η ταπεινότητα και η αυτογνωσία του, είναι που τον έκαναν πάντα συμπαθή, Κι ακόμα και όσοι δεν συμπάθησαν την περίοδο του στους Maiden, παραδέχονται ένα πράγμα: είναι ωραίος τύπος. Ειλικρινής, ταπεινός, με αίσθηση του χιούμορ.
Μετά τους Maiden – Καταθέτει σταθερά ψυχή…
Ο Blaze έφυγε από τους Maiden το 1999, αλλά δεν σταμάτησε. Συνέχισε με προσωπική καριέρα, έχει βγάλει έντεκα στούντιο άλμπουμ, συνεργάστηκε ξανά με τους Wolfsbane και δημιούργησε ένα σταθερό fanbase, ειδικά στην Ελλάδα, όπου τον στηρίζουν αδιάλειπτα τα τελευταία χρόνια.
Η ζωή του δεν είναι φτιαγμένη από στάδια και επιτυχίες. Αν κάτι την χαρακτηρίζει είναι η αντοχή. Το 2023 υπέστη καρδιακή προσβολή και υποβλήθηκε σε τετραπλό bypass. Πολλοί στη θέση του θα σταματούσαν. Ο Blaze όμως επέστρεψε. Δυνατός. Όχι για να αποδείξει κάτι – αλλά γιατί έτσι ζει. Στη σκηνή, με φωνή, ιδρώτα και αφοσίωση. Όχι από πείσμα, αλλά από αγάπη για τη μουσική και το κοινό του. Κι ας έχει πατήσει πλέον τα 62…
Και αυτό το κοινό στην Ελλάδα τον στηρίζει σταθερά από το 2017. Τον ακολουθεί, γεμίζει τα venues, τον περιμένει για meet & greet, τον χειροκροτεί. Κι εκείνος ανταποδίδει πάντα με μια ειλικρινή performance, χωρίς star behavior, χωρίς φτιασιδώματα. Με κατάθεση ψυχής όπως χαρακτηριστικά έγραφε το Afternoiz.gr για την περσινή του συναυλία στο Gagarin.
Τι θα ακούσουμε στο Fuzz;
Το setlist θα είναι αυτό που πρέπει: ολόκληρο το “X Factor”, στην αυθεντική σειρά. Από το “Sign of the Cross” μέχρι το “The Unbeliever”. Μαζί και τα bonus tracks που υπήρχαν μόνο στην ιαπωνική έκδοση: “I Live My Way”, “Judgement Day” και “Justice of the Peace”.
Από εκεί και πέρα, σύμφωνα με τα προηγούμενα shows της περιοδείας, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες να ακούσουμε κομμάτια από το Virtual XI – το δεύτερο άλμπουμ του Blaze με τους Maiden – αλλά και κάποιο πιθανό tribute στον Paul Di’Anno, τον πρώτο τραγουδιστή των Maiden, με τον οποίο ο Blaze είχε περιοδεύσει και είχε αναπτύξει στενή σχέση.
«Είχα ένα όνειρο, ότι κάποτε θα βρισκόμασταν στη σκηνή και οι τρεις – εγώ, ο Paul και ο Bruce. Αυτό το όνειρο πέθανε με τον Paul», είχε δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξη. Ένα σημάδι ότι, πίσω από τον σκληρό ήχο και την επίμονη καριέρα, κρύβεται ένας άνθρωπος που νιώθει – και δεν φοβάται να το πει.

Ο Blaze Bayley δεν είναι ο καλύτερος τραγουδιστής που πέρασε από τους Maiden. Ούτε ο πιο διάσημος. Αλλά είναι ένας καλλιτέχνης που άντεξε. Που συνέχισε παρά τις δυσκολίες που υψώθηκαν στο δρόμο. Στις 8 Νοεμβρίου, θα έχουμε την ευκαιρία να τον τιμήσουμε όπως του αξίζει. Όχι μόνο γιατί έγραψε ιστορία με ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα στην ιστορία του heavy metal, αλλά γιατί παραμένει παρών. Και γιατί τελικά, είναι όντως ωραίος τύπος. Και αυτό, θα το δείξει – άλλη μία φορά – πάνω στη σκηνή του Fuzz.
Σάββατο 8 Νοεμβρίου
Fuzz Live Music Club (Πατριάρχου Ιωακείμ 1, Ταύρος)
Πόρτες: 20.00 | Ώρα έναρξης: 21.15
Βy Made of Stone Productions
Για τα εισιτήριά σας



