Δεν ξέρω τι προηγήθηκε και τι ήρθε μετά. Δεν ξέρω πως ήρθαν τα πράγματα. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα εάν ο Paul Ashworth αγαπούσε πάντα παθολογικά τους Rolling Stones με αποτέλεσμα να δημιουργήσει μια tribute μπάντα για αυτούς ή εάν απλά κάποια στιγμή στην ζωή του συνειδητοποίησε και ο ίδιος την εκπληκτική ομοιότητα του –κυρίως φυσιογνωμικά αλλά σε κάποιον βαθμό και φωνητικά- με το Mick Jagger και κατάλαβε πως οι «Νοt the Rolling Stones!» θα μπορούσαν να αποτελέσουν το μέσο βιοπορισμού του.
Ειλικρινά δεν ξέρω. Υπάρχει , όμως και κάτι για το οποίο μπορώ να είμαι απόλυτα βέβαιος: ο Ashworth έχει παρακολουθήσει πολύ Jagger στην ζωή του. Στην άποψη μου αυτή φαντάζομαι θα συνηγορήσουν με ομοφωνία και οι περίπου 350-400 άνθρωποι που παρακολουθήσαμε την συναυλία των «Νοt the Rolling Stones!», το Σάββατο 23 Μαρτίου στην αίθουσα Banquet του Μέγαρου Μουσικής Αθηνών. Ο τραγουδιστής της «καλύτερης ευρωπαϊκή tribute band στους Rolling Stones» μας έκανε πολλές φορές να αναφωνήσουμε «Μα είναι ίδιος!» και να θυμηθούμε το ιερό τέρας της Ροκ, όπως το έχουμε δει σε video και ίσως κάποιοι τυχεροί και live. Aπο το κούρεμα, τα χαρακτηριστικά του προσώπου και τις κινήσεις πάνω στην σκηνή ως τα ρούχα και τα αξεσουάρ και την γενικότερη κορμοστασιά, ο Ashworth αποτελεί πιστό αντίγραφο του Jagger. Αν υπήρχαν διαγωνισμοί για σωσίες του τραγουδιστή των Rolling Stones ανάλογοι με εκείνους που διοργανώνονται ακόμη στις ΗΠΑ για σωσίες του Elvis, ο frontman των «Νοt the Rolling Stones!» θα είχε κερδίσει σίγουρα δεκάδες πρώτες θέσεις.
Μοιράζεται, άλλωστε, με το είδωλο του και την ικανότητα να ανεβάζει το –έστω και αρκετά μικρότερο- κοινό. Η πρώτη συναυλία επί ελληνικού εδάφους της μπάντας το απέδειξε περίτρανα με όλους όσοι παρευρέθηκαν να φεύγουν με ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη. Οι «Νοt the Rolling Stones!» κατόρθωσαν να κερδίσουν το κοινό, το οποίο αποτελούσαν από παιδιά του σχολείου που είχαν έρθει με τους γονείς τους έως εικοσάρηδες «παλιοροκάδες» με στυλ 80s και από 35άρηδες που γυρνάνε όλα τα lives έως 60 + ροκ φυσιογνωμίες με άσπρα μαλλιά (που έφταναν μερικές φορές κάτω από τους ώμους).
Βασικά όπλα τους υπήρξαν, φυσικά, η διάθεση που έδειξαν και η feel-good στάση τους αλλά πάνω από όλα, θεωρώ, το setlist τους, που δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα best-of των Rolling Stones. Η αρχή έγινε (ακριβώς όπως ήταν προγραμματισμένο στις 22:00) με το «Start me up» για να ακολουθήσουν -σχεδόν- χωρίς διακοπή τα “Let’s Spend The Night Together”, “The Last Time”, “Beast of Burden”, “Not Fade Away” και “Wild Horses”. Αμέσως μετά ο Ashworth αφιέρωσε το “Dead Flowers” από το “Sticky Fingers” του 1971 στον έλληνα διοργανωτή, που του είχε κάνει την σχετική «παραγγελιά», και στο τέλος του τραγουδιού γελώντας παραδέχτηκε πως όταν το παίζουν σε συναυλίες στην Βρετανία πολύ λιγότεροι γνωρίζουν τους στίχους του σε σχέση με όσους το τραγούδησαν στην Αθήνα.
Το “Street fighting Man” μας θύμισε πως πέρα από τον έρωτα υπάρχει και η επανάσταση, αλλά στην προτέρα κατάσταση μας επανέφεραν τα “Miss you” “You Can’t Always Get What You Want” που ακολούθησαν. Το πρώτο μέρος ολοκληρώθηκε με το “Like a rolling stone” του Bob Dylan («θα παίξουμε μια διασκευή» όπως είπε γελώντας ο Asworth) ενώ μετά από δέκα λεπτά η μπάντα επέστρεψε αποφασισμένη να ανεβάσει τους τόνους.
To “Sympathy for the Devil” ήταν το «εναρκτήριο λάκτισμα» για το δεύτερο μέρος ενώ τα «It’s Only Rock ‘N’ Roll (But I Like It)”, “Under my Thumb” και “It’s All Over Now”, που ακολούθησαν μας έβαλαν στο κλίμα για τα όσα θα ακολουθούσαν.
Όταν ο Ashworth ρώτησε αν «θέλουμε να ακούσουμε ένα στενάχωρο (sad) τραγούδι» δεν νομίζω πως υπήρξε κάποιος που να μην κατάλαβε πως θα ακολουθούσε το «Αngie» ενώ αν μερικοί «έπεσαν» σε εκείνο το σημείο, είμαι βέβαιος πως η συνέχεια με «Gimme Shelter», “Ηonky tonk Women” και «Paint it black» δεν τους άφησε να παραμείνουν στην ίδια διάθεση.
Το «Brown Sugar» θα μπορούσε να ολοκληρώσει την βραδιά και να έχουμε το κλασσικό παραμυθάκι του «we want more» αλλά οι «Νοt the Rolling Stones!» μας ενημέρωσαν –τίμια- πως δεν κάνουν τέτοια. Μας «φιλοδώρησαν», λοιπόν, με τα «Satisfaction» και «Jumping Jack Flash» για να κάνουν ακόμη μεγαλύτερα τα χαμόγελα στα πρόσωπα μας.
«Υου are the best», «We will come again to Greece», διπλή υπόκλιση, ζεστό χειροκρότημα.
Λίγα λεπτά μετά τις 12 η συναυλία έχει τελειώσει και η αίθουσα έχει αδειάσει…
Όλα καλά…μόνο που μας άνοιξαν την όρεξη και τώρα θέλουμε και τους κανονικούς…